Ορθόδοξος στα πολωνικά
Μετάφραση: ορθόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
prawowierny, konwencjonalny, ortodoksyjny, prawosławny, klasyczny, ortodoksyjna, orthodox
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορθόδοξος
ορθόδοξος λόγος βιβλιοπωλείο, ορθόδοξος λόγος βιβλιοπωλείο αγία παρασκευή, ορθόδοξος ακαδημία κρήτης, ορθόδοξος χριστιανισμός, ορθόδοξος μοναχισμός, ορθόδοξος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ορθόδοξος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ορθογώνιο στα πολωνικά - prostokąt, prostokątny, prostokątne, prostokątna, prostokątnym, prostokątnej
- ορθοδοξία στα πολωνικά - norma, prawowierność, ortodoksja, prawosławie, ortodoksji, orthodoxy, ortodoksją
- ορθότητα στα πολωνικά - stosowność, proboszcz, prostota, prawość, właściwość, poprawność, prawidłowość, ...
- ορθώνομαι στα πολωνικά - podlecieć, podrożeć, wzlot, podnieść, wschodzenie, wstać, przyrost, ...
Τυχαίες λέξεις
Ορθόδοξος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: prawowierny, konwencjonalny, ortodoksyjny, prawosławny, klasyczny, ortodoksyjna, orthodox
Μεταφράσεις: prawowierny, konwencjonalny, ortodoksyjny, prawosławny, klasyczny, ortodoksyjna, orthodox