Proponować στα ελληνικά

Μετάφραση: proponować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόβλημα, προτείνω, παραδίδομαι, προσφορά, υποτάσσομαι, υποστηρίζω, επιχείρηση, προσφέρω, δίνω, υποβάλλω, προτείνει, προτείνουν, να προτείνει, προτείνουμε
Proponować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chodziarz στα ελληνικά - περιπατητής, στράτα, Walker, περιπατητή, περπατούρα
  • drążyć στα ελληνικά - τριβελίζω, άσκηση, τροχός, πλήττω, κοίλος, κοιλότητα, κοίλο, ...
  • hutnictwo στα ελληνικά - μεταλλουργία, ατσάλι, ατσαλένιος, χάλυβας, μεταλλουργίας, τη μεταλλουργία, της μεταλλουργίας, ...
  • interesująco στα ελληνικά - ενδιαφέρων, ενδιαφέρον, ενδιαφέρουσα, ενδιαφέροντα, ενδιαφέρουσες
Τυχαίες λέξεις
Proponować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόβλημα, προτείνω, παραδίδομαι, προσφορά, υποτάσσομαι, υποστηρίζω, επιχείρηση, προσφέρω, δίνω, υποβάλλω, προτείνει, προτείνουν, να προτείνει, προτείνουμε