Protokółować στα ελληνικά

Μετάφραση: protokółować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηχογραφώ, ρεκόρ, δίσκος, καταγράφω, συνδεθείτε, log, να συνδεθείτε, συνδέεστε, καταγραφής
Protokółować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezcelowość στα ελληνικά - ματαιότητα, αχρηστία, αχρηστίας, έλλειψη χρησιμότητας, δεν χρησιμεύει πλέον
  • czworoboczny στα ελληνικά - τετράπλευρο, τετραπλεύρου, τετράπλευρα, τετράπλευρη, τετράπλευρου
  • hipis στα ελληνικά - hippie, χίπις, χίπης, των hippies, χίπικη
  • impregnować στα ελληνικά - μουσκεύω, εμποτισμό, τον εμποτισμό, εμποτισμό του, τον εμποτισμό του, εμποτισμός
Τυχαίες λέξεις
Protokółować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηχογραφώ, ρεκόρ, δίσκος, καταγράφω, συνδεθείτε, log, να συνδεθείτε, συνδέεστε, καταγραφής