Λέξη: φτηνός

Σχετικές λέξεις: φτηνός

φτηνός στα πίτουρα, φτηνόσ καναπέσ κρεβάτι, φτηνός συναγερμός, φτηνός γάμος, φτηνός εκτυπωτής, φτηνός καπνός, φθηνός υπολογιστής, φθηνός τρόπος θέρμανσης, φτηνός καναπές, φθηνός γάμος

Συνώνυμα: φτηνός

πρόστυχος, ανειλικρινής, ευτελής, αδάπανος, ευθηνός

Μεταφράσεις: φτηνός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cheap, inexpensive, a cheap
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
barato, baratos, barata, económico, baratas
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
miserabel, gemein, billig, minderwertig, grell, zweitrangig, günstigen, günstige, billige
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
criard, médiocre, vil, triste, pauvre, tapageur, abordable, fichu, voyant, misérable, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
a buon mercato, economico, economici, conveniente, buon mercato
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
barato, barata, baratos, baratas, mais barato
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
goedkoop, schel, opzichtig, goedkope, Dineren met, Aanbiedingen, Vluchten
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
копеечный, обесцененный, дешевый, грошовый, базарный, яркий, дешево, дешевую, дешевые, дешевым
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
billig, billige, rimelig
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
billig, billigt, billiga, billiga flighter, Skiss
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
huokea, räikeä, edullinen, kehno, halpa, halpaa, halpoja, halvoista, halpalentoja
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
billig, billige, en billig, billigt, letkøbt
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nízký, mizerný, podřadný, bídný, levně, levný, levné, pro levné, levné hotely
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tandetny, niegustowny, groszowy, niekosztowny, marny, tani, ulgowy, bezwartościowy, tanie, tanio, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
olcsó, az olcsó, olcsón
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ucuz, konumuna ucuz, bölgesine ucuz, ucuz bir
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дешевий, дешево, дешевше
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lirë, i lirë, të lirë, e lirë, lira
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
евтин, евтини, евтина, евтино, евтината
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
танна, з нізкай коштам, нізкай коштам
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
odav, odavate, odavlennuliinide, odavaid, odavad
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jeftin, jeftino, jeftini, jeftina, jeftine
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ódýr, Ódýrt, Cheap, Ódýrt í
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
vilis
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pigus, pigūs, pigiai, pigius, pigu
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lēts, lēti, lētu, lēta, lētas
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
евтини, евтин, евтина, ефтина, ефтин
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ţipător, ieftin, ieftine, ieftina, ieftină, ieftin de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
poceni
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
lacný, lacno, nájdených
Τυχαίες λέξεις