Przeładować στα ελληνικά
Μετάφραση: przeładować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερφορτώνω, reload, φορτώσετε εκ νέου, να φορτώσετε εκ νέου, τοποθετήστε ξανά, επαναφορτώσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- deklamator στα ελληνικά - καλλιτέχνης, ψυχαγωγίας, υπηρεσίες ψυχαγωγίας, διασκεδαστής, παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας
- dyplom στα ελληνικά - δίπλωμα, πιστοποιητικό, διπλώματος, πτυχίο, πτυχίου, δίπλωμα που
- garaż στα ελληνικά - γκαράζ, στάθμευσης, συνεργείο, garage, του γκαράζ
- garderoba στα ελληνικά - ρούχο, ντουλάπα, γκαρνταρόμπα, ντουλάπας, την ντουλάπα, την γκαρνταρόμπα
Τυχαίες λέξεις
Przeładować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερφορτώνω, reload, φορτώσετε εκ νέου, να φορτώσετε εκ νέου, τοποθετήστε ξανά, επαναφορτώσετε
Μεταφράσεις: υπερφορτώνω, reload, φορτώσετε εκ νέου, να φορτώσετε εκ νέου, τοποθετήστε ξανά, επαναφορτώσετε