Prześwietlać στα ελληνικά
Μετάφραση: prześwietlać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ερευνώ, λάμπω, αγναντεύω, σαρώνω, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
Μεταφράσεις
- bełtać στα ελληνικά - κινούμαι, ανακατεύω, πλατσουρίζω, μπερδεύω, κινώ, πιτσιλίζω, συγχέω, ...
- cążki στα ελληνικά - πένσα, πένσες, λαβίδες, τανάλια, λαβίδων
- doradczy στα ελληνικά - συμβουλευτικός, συμβουλευτική, συμβουλευτικής, συμβουλευτικών, συμβουλευτικές
- gremium στα ελληνικά - σώμα, συντεχνία, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
Τυχαίες λέξεις
Prześwietlać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ερευνώ, λάμπω, αγναντεύω, σαρώνω, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
Μεταφράσεις: ερευνώ, λάμπω, αγναντεύω, σαρώνω, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει