Λέξη: σταυροφορία

Σχετικές λέξεις: σταυροφορία

σταυροφορία της νικόπολης, σταυροφορία χωρίς σταυρό, σταυροφορία α', σταυροφορία β, σταυροφορία 1204, σταυροφορία των βοσκών, σταυροφορία στο διάστημα, σταυροφορία γ, σταυροφορία των παιδιών, σταυροφορία του 1101

Μεταφράσεις: σταυροφορία

σταυροφορία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
crusade, a crusade

σταυροφορία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cruzada, la cruzada, cruzada de, cruzada en

σταυροφορία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
missionsfeldzug, glaubensfeldzug, kreuzzug, Kreuzzug, Kreuzzuges, Kreuzzugs, Evangelisation, Feldzug

σταυροφορία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
croisade, campagne, la croisade, croisade de

σταυροφορία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
crociata, crusade, la crociata, crociate, crociata di

σταυροφορία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cruzada, crusade, cruzada de, cruzadas, a cruzada

σταυροφορία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kruistocht, crusade, kruistocht te, de kruistocht, kruisvaart

σταυροφορία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
кампания, крестовый поход, поход, крестового похода, крестовым походом

σταυροφορία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
korstog, Crusade, korstoget, korstog for, ende korstog

σταυροφορία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
korståg, korståget, kampanj, korståg för, kampanjen

σταυροφορία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ristiretki, ristiretken, ristiretkeä, ristiretkelle, ristiretkestä

σταυροφορία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
korstog, Crusade, korstoget, korstog for

σταυροφορία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tažení, kampaň, křížová výprava, křížovou výpravu, křížové tažení, křížové výpravy

σταυροφορία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krucjata, Crusade, krucjaty, krucjatę, krucjatą

σταυροφορία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
keresztes hadjárat, Crusade, keresztes hadjáratot, hadjárat, keresztes

σταυροφορία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
haçlı seferi, crusade, haçlı, savaş, haçlı seferi'ne

σταυροφορία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кампанія, хрестовий похід

σταυροφορία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kryqëzatë, Crusade, Kryqëzata, Kryqezata, e kryqëzatës

σταυροφορία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кръстоносен поход, Crusade, поход, кръстоносния поход, кръстоносен

σταυροφορία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вёска, крыжовы

σταυροφορία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ristiretk, ristisõda, ristisõja, ristiretke, ristiretkest

σταυροφορία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
škripanje, križarska vojna, križarski rat, Crusade, krstaški rat, križarskih vojni

σταυροφορία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
crusade

σταυροφορία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žygis, kampanija, kryžiaus žygis, Crusade, kryžiaus žygį, žygį

σταυροφορία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kampaņa, krusta karš, karagājiens, crusade, krusta karu, krusta

σταυροφορία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
крстоносна војна, крстоносна, крстоносната војна, крстоносците, Crusade

σταυροφορία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
campanie, cruciadă, Crusade, cruciada, cruciade, cruciadei

σταυροφορία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
križarska vojna, pohod, križarski pohod, Crusade, križarska

σταυροφορία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
krížová, križiacka, krížovú, krížové, krížovej

Στατιστικά δημοτικότητας: σταυροφορία

Τυχαίες λέξεις