Przegrzać στα ελληνικά
Μετάφραση: przegrzać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερθερμαίνομαι, υπερθέρμανση, υπερθερμανθεί, να υπερθερμανθεί, υπερθερμανθούν, να υπερθερμανθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezmian στα ελληνικά - καντάρι, φορητή πλάστιγξ
- dwubiegunowy στα ελληνικά - διπολικός, διπολική, διπολικής, διπολικό, διπολικών
- entuzjastycznie στα ελληνικά - ενθουσιωδώς, ενθουσιασμό, με ενθουσιασμό, χώρο
- fiolet στα ελληνικά - μενεξές, μωβ, βιολέτα, βιολετί, ιώδες, μοβ, ιώδους
Τυχαίες λέξεις
Przegrzać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερθερμαίνομαι, υπερθέρμανση, υπερθερμανθεί, να υπερθερμανθεί, υπερθερμανθούν, να υπερθερμανθούν
Μεταφράσεις: υπερθερμαίνομαι, υπερθέρμανση, υπερθερμανθεί, να υπερθερμανθεί, υπερθερμανθούν, να υπερθερμανθούν