Przepłukać στα ελληνικά
Μετάφραση: przepłukać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρδεύω, ξέπλυμα, ξεπλύνετε, πλύνετέ, πλύνετέ τα, ξεπλένετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- analitycznie στα ελληνικά - αναλυτικά, Αναλυτικότερα, αναλυτικώς, αναλυτική, από αναλυτική
- cynicznie στα ελληνικά - κυνικά, κυνικό τρόπο, κυνικό, κυνισμό, με κυνικό τρόπο
- delegatura στα ελληνικά - θώκος, γραφείο, ηδονή, Αντιπροσωπείου
- fumigant στα ελληνικά - καπνογόνο, απολυμαντικό, απολυμαντικού, υποκαπνιστικό, υποκαπνιστικού
Τυχαίες λέξεις
Przepłukać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρδεύω, ξέπλυμα, ξεπλύνετε, πλύνετέ, πλύνετέ τα, ξεπλένετε
Μεταφράσεις: αρδεύω, ξέπλυμα, ξεπλύνετε, πλύνετέ, πλύνετέ τα, ξεπλένετε