Przesunąć στα ελληνικά
Μετάφραση: przesunąć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαρθρώνω, σαλεύω, μετακομίζω, κίνηση, κινώ, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adaptacja στα ελληνικά - τακτοποίηση, διασκευή, διακανονισμός, προσαρμογή, διευθέτηση, ετοιμασία, προσαρμογής, ...
- drągal στα ελληνικά - αλήτης, άξεστος, αγροίκος
- długofalowy στα ελληνικά - μακροπρόθεσμος, μακροπρόθεσμη, μακροχρόνια, μακροπρόθεσμες, μακροπρόθεσμων
- gryzmoł στα ελληνικά - scrawls
Τυχαίες λέξεις
Przesunąć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαρθρώνω, σαλεύω, μετακομίζω, κίνηση, κινώ, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται
Μεταφράσεις: εξαρθρώνω, σαλεύω, μετακομίζω, κίνηση, κινώ, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται