Przewietrzyć στα ελληνικά

Μετάφραση: przewietrzyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατμόσφαιρα, αέρας, αερίζω, αερίστε, αερίζετε, αερίζεται, αερίζονται
Przewietrzyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alkomat στα ελληνικά - breathalyser, αλκοτέστ, αλκοολομέτρου, συσκευή αλκοτέστ
  • atest στα ελληνικά - κατάθεση, μαρτυρία, πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
  • chwalić στα ελληνικά - εκθειάζω, φιλοφρόνηση, έπαινος, επαινώ, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, ...
Τυχαίες λέξεις
Przewietrzyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατμόσφαιρα, αέρας, αερίζω, αερίστε, αερίζετε, αερίζεται, αερίζονται