Przewodzenie στα ελληνικά
Μετάφραση: przewodzenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγωγή, ηγεμονία, ηγεσία, μεταβίβαση, αγωγής, αγωγιμότητας, αγωγιμότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- capieć στα ελληνικά - βρόμα, βρομιά, βρομώ
- chórowy στα ελληνικά - χορωδιακός, της χορωδίας, χορωδίας
- dyskretyzator στα ελληνικά - ψηφιοποίησης, digitizer, ψηφιοποιητής, ψηφιακοποιητή, Συσκευή ψηφιοποίησης
- haszysz στα ελληνικά - χασίσι, χασίς, χασισιού, το χασίς, χασίς σε
Τυχαίες λέξεις
Przewodzenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγωγή, ηγεμονία, ηγεσία, μεταβίβαση, αγωγής, αγωγιμότητας, αγωγιμότητα
Μεταφράσεις: αγωγή, ηγεμονία, ηγεσία, μεταβίβαση, αγωγής, αγωγιμότητας, αγωγιμότητα