Przybliżać στα ελληνικά
Μετάφραση: przybliżać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίπου, φέρει πιο κοντά, φέρουν πιο κοντά, φέρνουν πιο κοντά, φέρουμε πιο κοντά, επιτευχθεί η μεγαλύτερη προσέγγισή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aktorski στα ελληνικά - δραματικός, ηθοποιός, θεατρικός ηθοποιός, Θεσπιών, Θεσπιείς
- dojechać στα ελληνικά - αποκτώ, προσεγγίζω, παίρνω, πλησιάζω, προσέγγιση, μέθοδος, φτάνω, ...
- dżet στα ελληνικά - αεριωθούμενο, πετώ, πίδακας, jet, τζετ, πίδακα
- garncarz στα ελληνικά - αγγειοπλάστης, Πότερ, Potter, αγγειοπλάστη, αγγειοπλαστικής
Τυχαίες λέξεις
Przybliżać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίπου, φέρει πιο κοντά, φέρουν πιο κοντά, φέρνουν πιο κοντά, φέρουμε πιο κοντά, επιτευχθεί η μεγαλύτερη προσέγγισή
Μεταφράσεις: περίπου, φέρει πιο κοντά, φέρουν πιο κοντά, φέρνουν πιο κοντά, φέρουμε πιο κοντά, επιτευχθεί η μεγαλύτερη προσέγγισή