Przychylić στα ελληνικά
Μετάφραση: przychylić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδέχομαι, γέρνω, δεκτός, δεκτή, επικύρωσε, δέχθηκε, δεκτό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elektryzować στα ελληνικά - ηλεκτροδοτώ, ηλεκτρίζω, εξηλεκτρίζω, ηλεκτροκινηθούν, ηλεκτρίσει, ηλεκτρίσουν
- filmowanie στα ελληνικά - κινηματογράφηση, μαγνητοσκόπηση, γυρισμάτων, μαγνητοσκόπησης, κινηματογράφησης
- interwenient στα ελληνικά - παρεμβαίνουσα, παρεμβαίνων, παρεμβαίνον, παρεμβαίνουσας, παρεμβαίνοντος
- jadłodajnia στα ελληνικά - ταβέρνα, οινομαγειρείου, οινομαγειρίο, οινομαγειρείο
Τυχαίες λέξεις
Przychylić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδέχομαι, γέρνω, δεκτός, δεκτή, επικύρωσε, δέχθηκε, δεκτό
Μεταφράσεις: αποδέχομαι, γέρνω, δεκτός, δεκτή, επικύρωσε, δέχθηκε, δεκτό