Przychylność στα ελληνικά
Μετάφραση: przychylność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρουσφέτι, χάρη, ευνοώ, προκατάληψη, εύνοια, ευνοούν, ευνοεί, ευνοήσει, υπέρ
Μεταφράσεις
- aporter στα ελληνικά - ανακτών, Retriever, retriever του, επαναφορέα
- cierpienie στα ελληνικά - πόνος, δυστυχία, σχέση, στάση, καημός, άγχος, αγωνία, ...
- dżuma στα ελληνικά - πανώλης, πανούκλα, πληγή, μάστιγα, πανώλη
- ekspansja στα ελληνικά - διαστολή, εξάπλωση, επέκταση, διεύρυνση, επέκτασης, διαστολής, ανάπτυξη
Τυχαίες λέξεις
Przychylność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρουσφέτι, χάρη, ευνοώ, προκατάληψη, εύνοια, ευνοούν, ευνοεί, ευνοήσει, υπέρ
Μεταφράσεις: ρουσφέτι, χάρη, ευνοώ, προκατάληψη, εύνοια, ευνοούν, ευνοεί, ευνοήσει, υπέρ