Λέξη: αιώνιος

Σχετικές λέξεις: αιώνιος

αιώνιος φοιτητής, αιώνιος φοιτητής 2001, αιώνιος προμηθέας, αιώνιοσ δείπνοσ, αιώνιος εραστής, αιώνιος συνώνυμα, αιώνιος φοιτητής full movie, αιώνιος ηνίοχος, αιώνιος φοιτητής ταινία, αιώνιος σκληρός δίσκος

Συνώνυμα: αιώνιος

αιωνόβιος, αθάνατος, μη αναφέρων την ώραν, διαρκής, αέναος

Μεταφράσεις: αιώνιος

αιώνιος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
eternal, everlasting, timeless, perpetual, sempiternal

αιώνιος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
interminable, perenne, eterno, sempiterno, perpetuo, eterna, atemporal

αιώνιος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dauerhaft, zeitlos, unendlich, grenzenlos, unaufhörlich, ewig, unvergänglich, ewigen, ewige, ewiges

αιώνιος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sempiternel, perpétuel, indéfectible, permanent, persistant, infini, éternel, continu, interminable, constant, éternelle, éternité, perpétuelle

αιώνιος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
eterno, eterna, perenne, perpetuo, intramontabile

αιώνιος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
perpétuo, imperecível, perene, eterno, eterna, eternidade, perpétua

αιώνιος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
voortdurend, eindeloos, oneindig, eeuwig, eeuwigdurend, eeuwige, het eeuwige, eeuwigdurende

αιώνιος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вековечный, неизменный, беспрерывный, непреложный, бесконечный, постоянный, пожизненный, негасимый, вечный, извечный, твердый, вечное, вечная, вечным, вечную

αιώνιος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
evig, evige, evigvarende, evighet, en evig

αιώνιος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
evig, evinnerlig, evigt, eviga, evighet, det eviga

αιώνιος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
iankaikkinen, iänikuinen, ikuinen, loppumaton, ainainen, iäinen, ikuisen, iankaikkisen, iankaikkiseen

αιώνιος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
evig, evigt, evige, evigtvarende, et evigt

αιώνιος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
neustálý, ustavičný, věčný, nepřetržitý, věčné, věčná, věčnou, věčným

αιώνιος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przedwieczny, bezustanny, niezmienny, nieśmiertelny, wieczny, wiekuisty, wieczność, wieczne

αιώνιος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
örökkévaló, örök, az örök, örökké tartó, örökké

αιώνιος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dayanıklı, sürekli, sonsuz, aralıksız, ebedi, sonsuz bir, everlasting, ölümsüz

αιώνιος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
непорушний, постійний, сталий, споконвічний, вічний, вічне, вічна, вічного

αιώνιος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i përjetshëm, përjetshme, e përjetshme, përjetshëm, të përjetshme

αιώνιος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вечен, вечно, вечна, вечния, вечното

αιώνιος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вечны, вечнае, вечный, вечная

αιώνιος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
igavene, lõputu, igavese, igaveseks, igavesse, igavest

αιώνιος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neprekidan, vječni, beskonačan, vječit, vječan, vječno, vječna

αιώνιος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eilífur, eilíft, ævarandi, eilífa, eilíf

αιώνιος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
begalinis, amžinas, amžina, amžiną, amžinasis, amžinai

αιώνιος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mūžīgs, mūžīga, mūžīgā, mūžīgu, Mūžīgais

αιώνιος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вечна, вечната, вечен, вечно, вечниот

αιώνιος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
etern, veșnic, veșnică, vecinică, veșnice, vesnica

αιώνιος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
večna, večno, večni, večen, veke

αιώνιος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nekonečný, večný, večného
Τυχαίες λέξεις