Λέξη: οπλή

Σχετικές λέξεις: οπλή

οπλή αλόγου, οπλή του αλόγου

Συνώνυμα: οπλή

χηλή, οπλή ίππου, βοός, όνυξ

Μεταφράσεις: οπλή

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hoof, ungula, the hoof, hoof of
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pezuña, uña, casco, enganche, pezuñas, la pezuña
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
klaue, huf, Huf, Klauen, Hufes, Hufe, Hufs
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
onglon, sabot, sabots, onglons, corne, hoof
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
zoccolo, zoccoli, dello zoccolo, di zoccoli, unghia
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
casco, capa, hoof, cascos, do casco, pata
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hoef, hoeven, klauw, hoof, de hoef
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
копыто, копыта, копытом, копытная, копытной
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hov, hoven, hoof, hovens, klover
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hov, hoven, klöv, klöven
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kavio, kavion, hoof, sorkka-, sorkan
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hov, hoven, klove, hoof, hovens
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kopyto, pazneht, kopyta, kopytní, paznehtů a kopyt
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kopyto, kopytko, racica, kopyt, kopyta, z kopyt, hoof
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
láb, pata, patája, hoof, a pata, gyalogol
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
toynak, tırnak, ayak, hoof, toynaklı hayvan
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
копито, ратиця, ратицю, копита, копит
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
këmbë, Hoof, eci, godas me thundër, shputë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
копито, копита, от копита, на копита
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
капыт, падкову, тым часам як падкова, часам як падкова, капыт у
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kabi, kappama, sõrg, kabja, kabja- ja, sõrgadest valmistatud, kapjadest valmistatud
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kopito, Okov, papak, Hoof, potkove
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hófur, klaufir, hefir klaufir
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kanopa, kanopų, kanopos, nagą, Kanopą
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nags, nagu, dejot, iet kājām, piesist ar nagu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
копита, копито, копитата, раздвоени копита
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
copită, copite, copita, de copite, din copite
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kopito, parkljev, kopit, kopita, parkelj
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kopyto, paprčky, kopyto a, kopytá
Τυχαίες λέξεις