Przymiot στα ελληνικά

Μετάφραση: przymiot, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποιότητα, χαρακτηριστικό, ιδιότητα, αποδίδω, γνώρισμα, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού
Przymiot στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • animacja στα ελληνικά - εμψύχωση, animation, Κινούμενα Σχέδια, κινουμένων σχεδίων, κινούμενη εικόνα
  • czołem στα ελληνικά - μέτωπο, μέτωπό, μετώπου, το μέτωπο, το μέτωπό
  • dym στα ελληνικά - καπνός, καπνοί, καπνίζω, καίω, καυσαέριο, καπνού, καπνό, ...
  • dźwiękonaśladowczy στα ελληνικά - ονοματοποιημένος, ονοματοποιίες, οι ονοματοποιίες
Τυχαίες λέξεις
Przymiot στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποιότητα, χαρακτηριστικό, ιδιότητα, αποδίδω, γνώρισμα, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού