Przytułek στα ελληνικά

Μετάφραση: przytułek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασυλία, άσυλο, προστατεύω, καταφύγιο, καταφεύγω, πτωχοκομείο, πτωχοκομείου, φτωχοκομείο
Przytułek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amok στα ελληνικά - αμόκ, AMOK, ΑΜΟΚ, κατάσταση αμόκ, έξω φρενών
  • blanszowanie στα ελληνικά - ζεμάτισμα, λεύκανσης, ζεματίσματος, το ζεμάτισμα, τη λεύκανση
  • gorzała στα ελληνικά - μεθυστικά ποτά, Χουτς
  • idealista στα ελληνικά - ιδεαλιστής, ιδεαλιστική, ιδεαλιστή, ιδεολόγος, ιδεαλιστικές
Τυχαίες λέξεις
Przytułek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασυλία, άσυλο, προστατεύω, καταφύγιο, καταφεύγω, πτωχοκομείο, πτωχοκομείου, φτωχοκομείο