Równowartościowy στα ελληνικά
Μετάφραση: równowartościowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισοδύναμος, equipollent
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eksces στα ελληνικά - πλεόνασμα, περίσσευμα, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν
- frazes στα ελληνικά - σαχλαμάρα, κοινός, κοινοτυπία, κοινοτοπία, στερεότυπο, κλισέ, cliche, ...
- grzęznąć στα ελληνικά - παραδέρνω, βυθίζομαι, παραπαίω, βυθίζω, νεροχύτης, ναυαγώ, νεροχύτη, ...
- hospitalizacja στα ελληνικά - νοσηλεία σε νοσοκομείο, περίθαλψη, νοσηλείας, νοσηλεία, νοσοκομειακή περίθαλψη
Τυχαίες λέξεις
Równowartościowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισοδύναμος, equipollent
Μεταφράσεις: ισοδύναμος, equipollent