Ręka στα ελληνικά
Μετάφραση: ręka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπράτσο, παραδίνω, όπλο, δίνω, χέρι, δείκτης, πλευρά, το χέρι, χεριού, μεριά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dyfuzja στα ελληνικά - διάχυση, διάδοση, διάχυσης, διαχύσεως, διάδοσης
- ergonomia στα ελληνικά - Εργονομία, εργονομίας, η εργονομία, Εργονομικές, της εργονομίας
- garderobiana στα ελληνικά - γκαρνταρόμπα, ντουλάπα, ντουλάπας, την ντουλάπα, την γκαρνταρόμπα
Τυχαίες λέξεις
Ręka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπράτσο, παραδίνω, όπλο, δίνω, χέρι, δείκτης, πλευρά, το χέρι, χεριού, μεριά
Μεταφράσεις: μπράτσο, παραδίνω, όπλο, δίνω, χέρι, δείκτης, πλευρά, το χέρι, χεριού, μεριά