Rżnięcie στα ελληνικά
Μετάφραση: rżnięcie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολικός, κωλικός, γαμώ, διάολο, σκατά, δεκάρα, γαμήσι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dalekowzroczny στα ελληνικά - μπρος, εμπρός, μπροστινός, προνοητικός, πρεσβυώπας, οξυδερκής, οξυκερδής, ...
- dojrzałość στα ελληνικά - ήβη, ωριμότητα, λήξη, τη λήξη, ωριμότητας, ληκτότητα
- domorosły στα ελληνικά - σπιτική, οικεία, φιλόξενα, φιλόξενο, οικείο
- drąg στα ελληνικά - ραβδί, κοντάρι, παλούκι, βέργα, πάσσαλος, πόλο, πόλος, ...
Τυχαίες λέξεις
Rżnięcie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολικός, κωλικός, γαμώ, διάολο, σκατά, δεκάρα, γαμήσι
Μεταφράσεις: κολικός, κωλικός, γαμώ, διάολο, σκατά, δεκάρα, γαμήσι