Retrospekcja στα ελληνικά
Μετάφραση: retrospekcja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναδρομή, ανασκόπηση, αναδρομής, αναδρομές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antrakt στα ελληνικά - διάλειμμα, διάστημα, αλληλεπιδρούν, αλληλεπιδρά, αλληλεπιδράσουν, αλληλεπιδράσει, να αλληλεπιδρούν
- apostrof στα ελληνικά - αποστροφή, απόστροφος, απόστροφο, αποστρόφου, την απόστροφο
- całościowo στα ελληνικά - συνολικά, συνολική, συνολικής, γενική, συνολικό
- choleryczny στα ελληνικά - χολερικός, οργισμένο, θυμώδης, choleric
Τυχαίες λέξεις
Retrospekcja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναδρομή, ανασκόπηση, αναδρομής, αναδρομές
Μεταφράσεις: αναδρομή, ανασκόπηση, αναδρομής, αναδρομές