Αναδρομή στα πολωνικά
Μετάφραση: αναδρομή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dygresja, wspomnienie, retrospekcja, rekurencja, rekurencji, rekursji, rekurencyjne, rekursja
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναδρομή
αναδρομή ετυμολογία, αναδρομή java, αναδρομή στο παρελθόν, αναδρομή και αναδρομικοί αλγόριθμοι, αναδρομή σε προηγούμενη ζωή, αναδρομή λεξικό γλώσσας πολωνικά, αναδρομή στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αναδεύω στα πολωνικά - dojrzewać, zamieszać, wzburzenie, rozjuszyć, poruszać, ruszać, pomieszać, ...
- αναδημιουργώ στα πολωνικά - odtworzyć, odtwarzać, rozerwać, bawić, rozrywać, odtworzenie, odtworzenia, ...
- αναδρομικός στα πολωνικά - retrospektywny, retrospektywne, retrospektywna, retrospektywa, retrospektywnej
- αναδύομαι στα πολωνικά - pojawiać, wynurzać, tafla, nawierzchnia, pokazywać, wyłaniać, wyłonić, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναδρομή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dygresja, wspomnienie, retrospekcja, rekurencja, rekurencji, rekursji, rekurencyjne, rekursja
Μεταφράσεις: dygresja, wspomnienie, retrospekcja, rekurencja, rekurencji, rekursji, rekurencyjne, rekursja