Rozciągłość στα ελληνικά
Μετάφραση: rozciągłość, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μήκος, βαθμός, έκταση, βαθμό, μέτρο, βαθμό που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bałałajka στα ελληνικά - μπαλαλάικα, Balalaika
- brud στα ελληνικά - μουρνταριά, κακομοιριά, μαγαρίζω, βρομιά, βόρβορος, κοπριά, βρωμιά, ...
- długoterminowy στα ελληνικά - μακροπρόθεσμος, μακροπρόθεσμη, μακροχρόνια, μακροπρόθεσμες, μακροπρόθεσμων
- falliczny στα ελληνικά - φαλλικό, φαλλικά, φαλλική, φαλλικές, phallic
Τυχαίες λέξεις
Rozciągłość στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μήκος, βαθμός, έκταση, βαθμό, μέτρο, βαθμό που
Μεταφράσεις: μήκος, βαθμός, έκταση, βαθμό, μέτρο, βαθμό που