Rozgorączkować στα ελληνικά

Μετάφραση: rozgorączkować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυροβολώ, απολύω, φωτιά, πυρκαγιά, και πάθος, και πάθος για τη, και πάθος για, πάθος για, πάθος για τη
Rozgorączkować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alegorycznie στα ελληνικά - αλληγορικώς, αλληγορικά, allegorically, αλληγορικού χαρακτήρα, αλληγορικού
  • elektrolitowy στα ελληνικά - ηλεκτρολυτική, ηλεκτρολυτικό, ηλεκτρολυτικές, ηλεκτρολυτικών, ηλεκτρολυτικού
  • funkcjonalność στα ελληνικά - παρηγορώ, λειτουργικότητα, λειτουργικότητας, λειτουργία, λειτουργίες, τη λειτουργικότητα
  • hydrotermalny στα ελληνικά - υδροθερμικές, υδροθερμική, υδροθερμικής, υδροθερμικών, υδροθερμικούς
Τυχαίες λέξεις
Rozgorączkować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυροβολώ, απολύω, φωτιά, πυρκαγιά, και πάθος, και πάθος για τη, και πάθος για, πάθος για, πάθος για τη