Λέξη: δήμιος

Σχετικές λέξεις: δήμιος

δήμιος σημασια, η δήμιος, δήμος ορισμός, δήμιος ετυμολογια, δήμιος αγγλικα, δήμιος του σεν πιέρ

Μεταφράσεις: δήμιος

δήμιος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
headsman, executioner, hangman, an executioner

δήμιος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
verdugo, ejecutor, verdugos, el verdugo

δήμιος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
scharfrichter, Scharfrichter, Henker, Scharf, Henkers

δήμιος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tortionnaire, bourreau, exécuteur, bourreaux, le bourreau

δήμιος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
boia, carnefice, giustiziere, esecutore, executioner

δήμιος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
carrasco, executor, algoz, verdugo, executioner

δήμιος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beul, scherprechter, executioner, uitvoerder, executeur

δήμιος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мучитель, изверг, кат, палач, палачом, палача

δήμιος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bøddel, bøddelen, skarp, skarprett, bøddelens

δήμιος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bödel, bödeln, bödelns, skarp, bödels

δήμιος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pyöveli, teloittaja, executioner, pyövelin, teloittajan

δήμιος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bøddel, bødlen, bøddelen, skarpretteren, executioner

δήμιος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kat, popravčí, katem, kata, popravčím

δήμιος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
egzekutor, kat, oprawca, katem, kata, executioner

δήμιος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ítéletvégrehajtó, hóhér, a hóhér, hóhért, kivégző

δήμιος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cellat, executioner, celladı, infazcı, cellât

δήμιος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кате, кат, палач, ката

δήμιος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
xhelat, ekzekutuesi i, ekzekutuesi, ekzekutuesit, ekzekutori

δήμιος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
палач, екзекутор, палача, телохранител

δήμιος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кат

δήμιος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
timukas, timuka, timuka oma, Teloittaja

δήμιος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dželat, izvršitelj, krvnik, egzekutor, krvnika

δήμιος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
varðmann

δήμιος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
carnifex

δήμιος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
budelis, Bende, Oprawca

δήμιος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bende, Mocītājs

δήμιος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
џелатот, џелат, егзекутор, крвник, извршител

δήμιος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
călău, calau, călăul, călăului, de călău

δήμιος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kat, rabelj, krvnik, izvršitelj, rablja, Dželat

δήμιος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kat, Katalógové, CAT, č.v.
Τυχαίες λέξεις