Rozgrabić στα ελληνικά

Μετάφραση: rozgrabić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ληστεύω, ξεγυμνώνω, λάφυρο, λεία, λάφυρα, πλιάτσικο, λαφύρων
Rozgrabić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • biograficzny στα ελληνικά - βιογραφικός, βιογραφικά, βιογραφικό, βιογραφικές, βιογραφική
  • czopować στα ελληνικά - κωλυσιεργώ, παρακωλύω, βύσμα, πρίζα, plug, βύσματος, φις, ...
  • diakon στα ελληνικά - διάκονος, διάκονο, διακόνου, διάκος, ιεροδιάκονος
Τυχαίες λέξεις
Rozgrabić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ληστεύω, ξεγυμνώνω, λάφυρο, λεία, λάφυρα, πλιάτσικο, λαφύρων