Rozwinięcie στα ελληνικά
Μετάφραση: rozwinięcie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξάπλωση, ανάπτυξη, διαστολή, εξέλιξη, ενίσχυση, αναπτύξουν, να αναπτύξουν, αναπτύξει, να αναπτύξει, αναπτύσσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chwytacz στα ελληνικά - κράτημα, πιάνω, λαβή, πιάσιμο, πρόσφυση, λαβής
- częściowo στα ελληνικά - μερικώς, κάπως, εν μέρει, μέρει, μερική
- fory στα ελληνικά - προβάδισμα, το προβάδισμα, αρχικό πλεονέκτημα, επικεφαλής έναρξη, προβάδισμα στην
- grzęzawisko στα ελληνικά - παραδέρνω, παραπαίω, βάλτος, τέλμα, βάλτο, το τέλμα, τέλμα του
Τυχαίες λέξεις
Rozwinięcie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξάπλωση, ανάπτυξη, διαστολή, εξέλιξη, ενίσχυση, αναπτύξουν, να αναπτύξουν, αναπτύξει, να αναπτύξει, αναπτύσσουν
Μεταφράσεις: εξάπλωση, ανάπτυξη, διαστολή, εξέλιξη, ενίσχυση, αναπτύξουν, να αναπτύξουν, αναπτύξει, να αναπτύξει, αναπτύσσουν