Sceptyk στα ελληνικά

Μετάφραση: sceptyk, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δύσπιστος, σκεπτικιστής, σκεπτικιστή, σκεπτικιστές, διατηρούν επιφυλάξεις απέναντι, σκεπτική
Sceptyk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • całodobowy στα ελληνικά - όλη την ημέρα, όλη μέρα, όλη τη μέρα
  • dostukać στα ελληνικά - κροταλίζω, τραντάζω, κουδουνίζω, κουδουνίστρα, κουδουνίστρας, κουδούνισμα, κροτάλισμα, ...
  • ekstra στα ελληνικά - επιπλέον, Extra, Έξτρα, για επιπλέον, Εξαιρετικό
  • izotopia στα ελληνικά - ισότοπο, ισοτόπων, ισοτόπου, ισοτοπικές, ισοτόπων με
Τυχαίες λέξεις
Sceptyk στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δύσπιστος, σκεπτικιστής, σκεπτικιστή, σκεπτικιστές, διατηρούν επιφυλάξεις απέναντι, σκεπτική