Siła στα ελληνικά
Μετάφραση: siła, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νεύρο, βία, πρακτορείο, εξαναγκάζω, ρώμη, εξουσία, δύναμη, μυς, κύρος, υπηρεσία, σθένος, μπορούσα, ισχύς, ισχύος, ισχύ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alopatyczny στα ελληνικά - αλλοπαθητικός, αλλοπαθητικών, αλλοπαθητικά, αλλοπαθητική, αλλοπαθητικό
- czarny στα ελληνικά - μαύρος, μαύρο, μαύρη, μαύρα, μαύρες
- ekspiacyjny στα ελληνικά - εξαγνιστήριος, εκπνευστικός, εξιλαστήριος, εξιλαστήριες, εξιλαστήρια
- gnojownią στα ελληνικά - κοπριά, κοπριάς, κόπρου, κόπρος, κόπρο
Τυχαίες λέξεις
Siła στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νεύρο, βία, πρακτορείο, εξαναγκάζω, ρώμη, εξουσία, δύναμη, μυς, κύρος, υπηρεσία, σθένος, μπορούσα, ισχύς, ισχύος, ισχύ
Μεταφράσεις: νεύρο, βία, πρακτορείο, εξαναγκάζω, ρώμη, εξουσία, δύναμη, μυς, κύρος, υπηρεσία, σθένος, μπορούσα, ισχύς, ισχύος, ισχύ