Skarpetka στα ελληνικά

Μετάφραση: skarpetka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάλτσα, κάλτσας, κάλτσες, καλτσών, την κάλτσα
Skarpetka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atest στα ελληνικά - κατάθεση, μαρτυρία, πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
  • dewastator στα ελληνικά - Devastator
  • dmuchawka στα ελληνικά - φυσερό, φυσητήρων, φυσερού, φυσούνας, φυσητήρες
Τυχαίες λέξεις
Skarpetka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάλτσα, κάλτσας, κάλτσες, καλτσών, την κάλτσα