Sklepić στα ελληνικά

Μετάφραση: sklepić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάβα, θόλος, θόλο, θησαυροφυλάκιο, καμάρας, υπόγειο θάλαμο
Sklepić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ciastowaty στα ελληνικά - κολλώδης, ζυμώδης, μορφή πάστας, παστώδης, παστώδη
  • dalekowzroczność στα ελληνικά - αγχίνοια, πρόβλεψη, προβλεπτικότητα, πρόβλεψης, προοπτικών, προνοητικότητα
  • gepard στα ελληνικά - τσίτα, γατόπαρδος, τσιτάχ, αιλουροειδές, cheetah
Τυχαίες λέξεις
Sklepić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάβα, θόλος, θόλο, θησαυροφυλάκιο, καμάρας, υπόγειο θάλαμο