Skos στα ελληνικά
Μετάφραση: skos, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κασκόλ, υποκρισία, γέρνω, μαντήλι, κλίνω, κλίση, κεκλιμένη, κεκλιμένο, ράπισμα, λοξά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bagaż στα ελληνικά - αποσκευές, Χώρος, αποσκευών, τις αποσκευές, των αποσκευών
- czółno στα ελληνικά - βάρκα, κανό, κανόε, canoe, με κανό, το κανό
- frantostwo στα ελληνικά - πανουργία, πονηρός, καπάτσος, κατεργαριά, ζαβολιά, παλιανθρωπιά
Τυχαίες λέξεις
Skos στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κασκόλ, υποκρισία, γέρνω, μαντήλι, κλίνω, κλίση, κεκλιμένη, κεκλιμένο, ράπισμα, λοξά
Μεταφράσεις: κασκόλ, υποκρισία, γέρνω, μαντήλι, κλίνω, κλίση, κεκλιμένη, κεκλιμένο, ράπισμα, λοξά