Smak στα ελληνικά
Μετάφραση: smak, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολαμβάνω, γούστο, καρυκεύω, γεύση, διακρίσεις, υπερώα, γεύομαι, διάκριση, πορτοκάλι, ουρανίσκος, γεύσης, τη γεύση, προτίμηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- autokratyczny στα ελληνικά - αυτοκρατορικός, αυταρχικός, απολυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, αυταρχικά
- berberysowy στα ελληνικά - βερβεριτζιά
- biczować στα ελληνικά - νικώ, λοιδορώ, πληγή, μαστίζω, μαστιγώνω, μάστιγα, μάστιγας, ...
- defetystyczny στα ελληνικά - ηττοπαθής, ηττοπαθή, ηττοπαθείς, ηττοπαθές, ηττοπαθούς
Τυχαίες λέξεις
Smak στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολαμβάνω, γούστο, καρυκεύω, γεύση, διακρίσεις, υπερώα, γεύομαι, διάκριση, πορτοκάλι, ουρανίσκος, γεύσης, τη γεύση, προτίμηση
Μεταφράσεις: απολαμβάνω, γούστο, καρυκεύω, γεύση, διακρίσεις, υπερώα, γεύομαι, διάκριση, πορτοκάλι, ουρανίσκος, γεύσης, τη γεύση, προτίμηση