Spoczywać στα ελληνικά
Μετάφραση: spoczywać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ησυχασμός, ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, υπόλοιπο, ανάπαυση, υπόλοιπη, ανάπαυσης, υπόλοιπα
Μεταφράσεις
- dojeżdżać στα ελληνικά - φτάνω, ανταλάσσω, μετακίνηση, μετατρέψει, ανταλάσσει, μετατρέψουν
- domniemywać στα ελληνικά - τεκμαίρεται, τεκμαίρεται ότι, θεωρείται, θεωρείται ότι, τεκμήριο
- euforyczny στα ελληνικά - ευφορική, ευφορία, ευφορίας, αισιόδοξοι, πλήρους ευφορίας
- fumigacja στα ελληνικά - υποκαπνισμός, υποκαπνισμό, υποκαπνισμού, κάπνιση, καπνισμό
Τυχαίες λέξεις
Spoczywać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ησυχασμός, ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, υπόλοιπο, ανάπαυση, υπόλοιπη, ανάπαυσης, υπόλοιπα
Μεταφράσεις: ησυχασμός, ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, υπόλοιπο, ανάπαυση, υπόλοιπη, ανάπαυσης, υπόλοιπα