Spuścić στα ελληνικά
Μετάφραση: spuścić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βολή, έρχομαι, ρίξιμο, επιτελείο, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Μεταφράσεις
- feudalizm στα ελληνικά - φεουδαρχία, φεουδαρχίας, τη φεουδαρχία, φεουδαλισμού, την φεουδαρχία
- fotos στα ελληνικά - γαλήνιος, ακίνητος, ήρεμος, Φωτογραφίες, Φώτος, Φώτου, φωτογραφίες που
- gofrowanie στα ελληνικά - ανάγλυφη εκτύπωση, ανάγλυφη, ανάγλυφη αποτύπωση, ανάγλυφης αποτύπωσης, αποτύπωσης σε ανάγλυφο
Τυχαίες λέξεις
Spuścić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βολή, έρχομαι, ρίξιμο, επιτελείο, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Μεταφράσεις: βολή, έρχομαι, ρίξιμο, επιτελείο, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε