Stłamsić στα ελληνικά

Μετάφραση: stłamsić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνθλίβω, συνωστισμός, ζουλώ, σύννεφο, πνίγω, αποπνίγω, πνίξουν, να πνίξουν
Stłamsić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anarchizm στα ελληνικά - παραζάλη, κυκεώνας, σύγχυση, αναρχισμός, αναρχισμού, αναρχισμό, ο αναρχισμός, ...
  • dążność στα ελληνικά - ροπή, τάση, μόδα, την τάση, τάσης, η τάση
  • heksadecymalno-binarny στα ελληνικά - heksadecymalno
Τυχαίες λέξεις
Stłamsić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνθλίβω, συνωστισμός, ζουλώ, σύννεφο, πνίγω, αποπνίγω, πνίξουν, να πνίξουν