Stancja στα ελληνικά
Μετάφραση: stancja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χώρος, δωμάτιο, συγκάτοικος, συγκάτοικο, συγκάτοικός, συγκάτοικό, ο συγκάτοικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- autokratyczny στα ελληνικά - αυτοκρατορικός, αυταρχικός, απολυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, αυταρχικά
- brązowawy στα ελληνικά - καφετί, καφετιά, καφέ, καστανωπό, καστανό
- fiszbin στα ελληνικά - μπαλαίνα, baleen, μπαλενοφαλαινών, μπαλενοφάλαινες, οστό φάλαινας
- gogle στα ελληνικά - γυαλιά, Goggles, Προστατευτικά γυαλιά, Γυαλάκια, του Goggles
Τυχαίες λέξεις
Stancja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χώρος, δωμάτιο, συγκάτοικος, συγκάτοικο, συγκάτοικός, συγκάτοικό, ο συγκάτοικός
Μεταφράσεις: χώρος, δωμάτιο, συγκάτοικος, συγκάτοικο, συγκάτοικός, συγκάτοικό, ο συγκάτοικός