Stylizowanie στα ελληνικά
Μετάφραση: stylizowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στύλος, ύφος, στυλ, styling, φορμαρίσματος, κομμωτική, σχεδίαση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aerometr στα ελληνικά - υδρόμετρο, αραιόμετρο, υδρομέτρου, υδρόμετρου, του υδρόμετρου
- ciążyć στα ελληνικά - ζυγίζω, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
- deklinować στα ελληνικά - ξεπεσμός, κλίνω, μαρασμός
- immunoglobulina στα ελληνικά - ανοσοσφαιρίνης, ανοσοσφαιρίνη, ανοσογλοβουλίνης, ανοσοσφαιρινών, της ανοσοσφαιρίνης
Τυχαίες λέξεις
Stylizowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στύλος, ύφος, στυλ, styling, φορμαρίσματος, κομμωτική, σχεδίαση
Μεταφράσεις: στύλος, ύφος, στυλ, styling, φορμαρίσματος, κομμωτική, σχεδίαση