Stypulacja στα ελληνικά
Μετάφραση: stypulacja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρήτρα, όρος, διάταξη, διευκρίνιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezsensowność στα ελληνικά - ηλιθιότητα, βλακεία, βλακείας, ηλιθιότητας, την ηλιθιότητα
- golfista στα ελληνικά - παίχτης του γκολφ, Golfer, Παίχτης, Παίχτης του, παίκτη γκολφ
- granica στα ελληνικά - σύνορο, πυξίδα, όριο, παραμεθόριος, ρυτίδα, σκοινί, ρέλι, ...
- głośny στα ελληνικά - ευδιάκριτος, διακεκριμένος, περιβόητος, διαπρεπής, αποχαιρετισμός, διαβόητος, ηχηρός, ...
Τυχαίες λέξεις
Stypulacja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρήτρα, όρος, διάταξη, διευκρίνιση
Μεταφράσεις: ρήτρα, όρος, διάταξη, διευκρίνιση