Suflować στα ελληνικά

Μετάφραση: suflować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωθώ, υποκινώ, γρήγορος
Suflować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antropomorfizm στα ελληνικά - ανθρωπομορφισμός, ανθρωπομορφισμού, ανθρωπομορφισμό, του ανθρωπομορφισμού, τον ανθρωπομορφισμό
  • demokracja στα ελληνικά - δημοκρατία, δημοκρατίας, της δημοκρατίας, τη δημοκρατία, η δημοκρατία
  • dziobnica στα ελληνικά - στέλεχος, μίσχος, στείρα, βλαστικών, βλαστικά, στελέχους, αρχέγονων
Τυχαίες λέξεις
Suflować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωθώ, υποκινώ, γρήγορος