Szafować στα ελληνικά
Μετάφραση: szafować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολυτελής, σπαταλώ, επιδαψιλεύω, καταδαπανώ, κατασπαταλώ, διασπαθίζω, ασωτεύω, να ξοδευτούν, ξοδευτούν, σπαταλούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- analogiczność στα ελληνικά - παραλληλισμός, παραλληλισμό, παραλληλισμού, παραλληλία, παράλληλη
- cudzysłów στα ελληνικά - μνημονεύω, καθορίζω, παραθέτω, εισαγωγικά, εισαγωγικών, τα εισαγωγικά, εντός εισαγωγικών, ...
- dowolność στα ελληνικά - ευκαμψία, ευλυγισία, ελευθερία, ελευθερίας, ελεύθερης, ελεύθερη, την ελευθερία
- idealny στα ελληνικά - ιδανικός, τελειοποιώ, τέλειος, τέλεια, τέλειο, ιδανικό, ιδανική
Τυχαίες λέξεις
Szafować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολυτελής, σπαταλώ, επιδαψιλεύω, καταδαπανώ, κατασπαταλώ, διασπαθίζω, ασωτεύω, να ξοδευτούν, ξοδευτούν, σπαταλούν
Μεταφράσεις: πολυτελής, σπαταλώ, επιδαψιλεύω, καταδαπανώ, κατασπαταλώ, διασπαθίζω, ασωτεύω, να ξοδευτούν, ξοδευτούν, σπαταλούν