Szydzić στα ελληνικά
Μετάφραση: szydzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοιδορία, χλευάζω, σαρκάζω, σκούζω, σκούξιμο, περιγελώ, ειρωνεία, χλευασμός, λοιδορώ, χλεύη, χλευασμού, sneer, εμπαίζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- auspicje στα ελληνικά - προστασία, πατρονάρισμα, αιγίδα, την αιγίδα, αιγίδα του, αιγίδα των, την αιγίδα του
- cierpieć στα ελληνικά - υποφέρω, σφαδάζω, πάσχω, ανέχομαι, σπαρταρώ, γεννώ, εμμένω, ...
- cieśń στα ελληνικά - ισθμός, ισθμό, ισθμού, ισθμό που, ισθμού της
- ekscerpcja στα ελληνικά - απόσπασμα, το απόσπασμα, excerpt, αποσπασμάτων, χωρίο
Τυχαίες λέξεις
Szydzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοιδορία, χλευάζω, σαρκάζω, σκούζω, σκούξιμο, περιγελώ, ειρωνεία, χλευασμός, λοιδορώ, χλεύη, χλευασμού, sneer, εμπαίζω
Μεταφράσεις: λοιδορία, χλευάζω, σαρκάζω, σκούζω, σκούξιμο, περιγελώ, ειρωνεία, χλευασμός, λοιδορώ, χλεύη, χλευασμού, sneer, εμπαίζω