Trącać στα ελληνικά

Μετάφραση: trącać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρεγάλο, ποδοκόπι, σκουντώ, πουρμπουάρ, αιχμή, σπρώχνω, σπρώξιμο, παραγκωνίζω, σπρωξιά, σπρώχνουν
Trącać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • balia στα ελληνικά - σαπιοκάραβο, λεκάνη, μπάνιο, κάδος, μπανιέρα, ντουζιέρα, μπανιέρας
  • bibuła στα ελληνικά - φίλτρο, διηθώ, κρησαρίζω, χαρτί, χαρτιού, έγγραφο, το χαρτί, ...
  • dźwięczenie στα ελληνικά - κουδούνισμα, κουδουνισμάτων, ηχητικό σήμα, το κουδούνισμα
  • fregata στα ελληνικά - φρεγάτα, φρεγάτας, φρεγατών, φρεγάτες, τις φρεγάτες
Τυχαίες λέξεις
Trącać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρεγάλο, ποδοκόπι, σκουντώ, πουρμπουάρ, αιχμή, σπρώχνω, σπρώξιμο, παραγκωνίζω, σπρωξιά, σπρώχνουν