Troskać στα ελληνικά

Μετάφραση: troskać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έννοια, ανησυχώ, ανησυχία, ανησυχείτε, ανησυχούν, ανησυχείς
Troskać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ametyst στα ελληνικά - αμέθυστος, αμέθυστο, αμέθυστου
  • apretura στα ελληνικά - τερματισμός, περατώνω, οπή, δέσιμο, τέλος, τελειώνω, φινίρισμα, ...
  • gotów στα ελληνικά - πανέτοιμος, έτοιμος, έτοιμη, έτοιμο, έτοιμοι, έτοιμα
  • hipertrofia στα ελληνικά - υπερτροφία, υπερτροφίας, υπερτροφία του, υπερτροφίας του, υπερτροφία της
Τυχαίες λέξεις
Troskać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έννοια, ανησυχώ, ανησυχία, ανησυχείτε, ανησυχούν, ανησυχείς