Uderzać στα ελληνικά

Μετάφραση: uderzać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαδώ, κάσα, σουξέ, τσιγκλώ, κραδασμός, βροντώ, καρούμπαλο, κύρτωμα, κρότος, δέρνω, πυγμαχώ, βαρώ, χτυπώ, νικώ, ρίχνομαι, γδούπος, απεργία, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα
Uderzać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • astronom στα ελληνικά - αστρονόμος, αστρονόμο, αστρονόμου, ο αστρονόμος, τον αστρονόμο
  • bierzmowanie στα ελληνικά - επιβεβαίωση, επιβεβαίωσης, την επιβεβαίωση, επιβεβαίωση της, βεβαίωση
  • bramować στα ελληνικά - ρέλι, σύνορο, μεθόριος, κροσσός, Fringe, περιθωριακών, περιθωριακοί, ...
  • fryzura στα ελληνικά - κόμμωση, σφουγγαρίστρα, σφουγγαρίζω, κούρεμα, κτένισμα, coiffure, κομμωτικής, ...
Τυχαίες λέξεις
Uderzać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαδώ, κάσα, σουξέ, τσιγκλώ, κραδασμός, βροντώ, καρούμπαλο, κύρτωμα, κρότος, δέρνω, πυγμαχώ, βαρώ, χτυπώ, νικώ, ρίχνομαι, γδούπος, απεργία, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα