Uszkodzić στα ελληνικά

Μετάφραση: uszkodzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραβλάπτω, βλάβη, χειροτερεύω, ζημιά, βλάπτω, ανάπηρος, ζημία, ζημιές, βλάβης
Uszkodzić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • celka στα ελληνικά - κελί, κύτταρο, κυττάρων, κυττάρου, κυτταρική
  • dezasemblowanie στα ελληνικά - αποσυναρμολόγηση, αποσυναρμολογήσετε, αποσυναρμολογήσει, αποσυναρμολογείτε, αποσυναρμολογείτε και
  • dojmować στα ελληνικά - γκρίνια, γκρινιάζω, σφίγγω, σφίξιμο, αρπάζω, gripe, παράπονο
  • gnojowisko στα ελληνικά - σωρός κοπριάς
Τυχαίες λέξεις
Uszkodzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραβλάπτω, βλάβη, χειροτερεύω, ζημιά, βλάπτω, ανάπηρος, ζημία, ζημιές, βλάβης