Wózek στα ελληνικά

Μετάφραση: wózek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αραμπάς, τύμβος, βαγόνι, άμαξα, χειράμαξα, κουβαλώ, καροτσάκι, τρόλεϊ, άμαξας, καρότσι
Wózek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezgwiezdny στα ελληνικά - άναστρος, χωρίς άστρα, άστρα, είναι χωρίς άστρα
  • dławik στα ελληνικά - ασφυξία, αντιδραστήρας, αδένας, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, ...
  • hemimorfit στα ελληνικά - Hemimorphite, ημιμορφίτη
Τυχαίες λέξεις
Wózek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αραμπάς, τύμβος, βαγόνι, άμαξα, χειράμαξα, κουβαλώ, καροτσάκι, τρόλεϊ, άμαξας, καρότσι