Λέξη: περασμένος
Σχετικές λέξεις: περασμένος
περασμένος αιώνας
Συνώνυμα: περασμένος
παρελθών, αρχαίος, παλαιός, πεθαμένος, αποθάνοντες, χαμένος, άχρηστος
Μεταφράσεις: περασμένος
περασμένος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
past, gone by, passe, olden
περασμένος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anterior, pasado, pasada, más allá, el pasado
περασμένος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vorbei, beendet, vorüber, vergangenheit, vergangen, Vergangenheit, letzten, vergangenen, historischen
περασμένος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
autour, par, environ, passée, révolu, dans, après, passe, ancien, passé, vers, passés, dernière, dernier
περασμένος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
verso, passato, oltre, passata, scorso
περασμένος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
além, passado, após, último, pretérito, a, passaporte, passada, última
περασμένος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verleden, om, naar, aan, voorbij, vorig, voor, tot, tegen, langs, afgelopen, laatste
περασμένος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
после, позади, мимо, истекший, минувший, былой, давнишний, прошедшее, прошедший, былое, минувшее, прошлый, прошлое, протекший, последний, прошлом, за, в прошлом
περασμένος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
over, fortid, forbi, siste, fortiden
περασμένος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hos, förbi, vid, över, tidigare, senaste, förflutna
περασμένος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mennyt, menneisyys, entisaika, editse, ohi, viime, viimeisen, maalivahdin
περασμένος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fortid, forbi, tidligere, fortiden, seneste
περασμένος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přes, kolem, minulý, bývalý, po, okolo, za, uplynulý, minulost, minulosti, mimo
περασμένος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
po, poprzedni, przeszły, defilada, obok, przeszłość, dawny, koło, za, piłkę, przeszłości
περασμένος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
történelem, múlt, elmúlt, már, múltban, idő
περασμένος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
geçmiş, Geçtiğimiz, geçen, geçmişte, geçmişteki
περασμένος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
після, останній, давній, минулий, повз, мимо
περασμένος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
e kaluara, kaluar, kaluara, kaluarën, përtej
περασμένος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
минало, покрай, миналото, изминалата, минал
περασμένος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
міма, паўз, паблізу, каля
περασμένος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
minevik, möödunud, mööda, viimase, minevikus
περασμένος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bivši, bez, izvan, ranije, preko, prošlost, pored, vratara, protivničkog vratara, nesretnog
περασμένος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
liðinn, fortíð, framhjá, yfir, síðustu, fyrri
περασμένος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ankstesnis, praeitis, pro, vartininka, staigų, vartininkui
περασμένος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pagājis, pagātne, aizritējis, pagātnes, pagātnē, garām, agrāk
περασμένος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
минатото, минато, последните, изминатата, изминатите
περασμένος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prin, trecut, dribleze pe, dribleze, rămas singur, singur cu
περασμένος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mimo, po, minulost, preteklost, preteklosti, mimo vratarja, žogo
περασμένος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kolem, po, mimo, uplynulý, minulosť, minulosti, minulost, históriu
Τυχαίες λέξεις